Η Ε.Ε. ως σκοπός: ομοσπονδία ή διάλυση

Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για τη σωτηρία της ελληνικής οικονομίας κρατάνε περίπου έξι χρόνια. Αυτή η διαδικασία δεν θα υφίστατο αν το 1954 (χρονιά της αποτυχίας της εγκαθίδρυσης μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης – το Πρόγραμμα Σπινέλι) η Ευρώπη ήταν ομοσπονδιακή.

european_unionΕξήντα χρόνια μετά, εν μέσω μιας οικονομικής καταιγίδας η σημερινή Ε.Ε., και κυρίως η ευρωζώνη, έχει επανέλθει σε όλα τα παλιά αιτήματα, σε όλα τα αμαρτήματα του παρελθόντος προσπαθώντας να ξαναβρεί την ουσία της ύπαρξής της.

Υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί πολέμιοι της ομοσπονδιακής Ευρώπης. Οι πρώτοι από όλους είναι οι υπερασπιστές της, Γερμανία και Γαλλία.

Και οι δύο προσπαθούν να επιτύχουν αυτό που με κάθε τρόπο εμποδίζουν να πραγματοποιηθεί.

Οι λόγοι είναι βαθιά ενσωματωμένοι στο πολιτικό DNA και των δύο.

Είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο οικονομικό και κατά συνέπεια πολιτικό μοντέλο του άλλου.

Το ίδιο συμβαίνει και για σειρά από άλλες χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.

Το φαινόμενο Γερμανία είναι αυτό της εντυπωσιακής επιτυχίας συνοδευόμενο από την κατάφωρη αποτυχία και μάλιστα την ηθική εξαθλίωση.

Το τέλος του Πολέμου θα είχε οριοθετήσει μια Γερμανία απόκληρο της Ευρώπης εάν δεν υπήρχε όχι απλώς το αντίπαλο ιδεολογικό μπλοκ της Σοβιετικής Ενωσης αλλά κυρίως μια σταλινική έκφραση αυτής της αντίπαλης ιδεολογίας.

Η Γερμανία εντάχθηκε στην κοινωνία των ευρωπαϊκών χωρών και έλαμψε και ως πολιτική και ως οικονομική οντότητα.

Στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης έδειξε κάθε καλή διάθεση να προχωρήσει, αλλά και η Γαλλία με την απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος και η άρνηση της Αγγλίας να υιοθετήσει οποιαδήποτε μορφή πολιτικής ενοποίησης (και βέβαια κάθε μορφή νομισματικής ένωσης η οποία αυτομάτως αναιρούσε την εθνική της ανεξαρτησία) πέραν της ανοιχτής αγοράς, δεν βοήθησαν το εγχείρημα της ουσιαστικής ενοποίησης έως σήμερα.

Μετά την πενταετή κρίση στις χώρες του Νότου αλλά και την εμφανή αδυναμία της Γαλλίας να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων η Γερμανία είναι σήμερα αρνητικά διακείμενη σε κάθε μορφή υποχώρησης σε ζητήματα δημοσιονομικά και άρνηση μεταρρυθμίσεων, από οπουδήποτε και αν προέρχονται.

Για το ελληνικό ζήτημα, το οποίο έχει φτάσει σε κομβικό σημείο, η απόλυτη ανάγκη της επανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών εμπλέκεται με το κεφαλαιώδες ζήτημα της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ενοποίησης (ΕΤΕν), το οποίο η Γερμανία φαίνεται να ασπάζεται αλλά ταυτόχρονα να φοβάται.

Παρ’ όλα αυτά στις 4/11/2014 έχει πλέον τεθεί σε εφαρμογή η πρώτη φάση της ενοποίησης με τη δημιουργία του Μοναδικού Μηχανισμού Επίβλεψης (ΜΜΕ) των τραπεζών ως εργαλείου της ΕΚΤ και του Μοναδικού Μηχανισμού Εκκαθάρισης (ΜΜΕκ), ο οποίος θα ισχύσει από τον Ιανουάριο του 2016.

Η προσπάθεια απομονώνει τις συστημικές τράπεζες από τον κίνδυνο της πτώχευσης του κράτους, διαχωρίζει το κρατικό χρέος από αυτό των τραπεζών.

Η ΕΚΤ μπορεί πλέον να επιβλέπει και να αφαιρεί την άδεια των τραπεζών στην ευρωζώνη.

Ηταν αυτός ο μηχανισμός ο οποίος και πίεσε και απέτρεψε τις ελληνικές τράπεζες από το να καταρρεύσουν στο πρόσφατο παρελθόν.

Ηταν επίσης ο μηχανισμός που κατηγορήθηκε για αντιδημοκρατική συμπεριφορά, όταν στην ουσία εξανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση σε υποχώρηση παρ’ όλες τις πολιτικές διαπραγματεύσεις.

Η Γερμανία δέχτηκε την ΕΤΕν αλλά έθεσε δύο όρια, τα οποία στην ουσία καθιστούν την ένωση δέσμια των γερμανικών σχεδίων: στον ΜΜΕ δεν συμπεριέλαβε τις ισχυρές δημόσιες τοπικές τράπεζές της και επέβαλε τα χρήματα να μεταφέρονται μέσω μιας διακυβερνητικής συνθήκης.

Με αυτόν τον τρόπο η Γερμανία περιορίζει τον υπερεθνικό χαρακτήρα της τραπεζικής ενοποίησης.

Το καίριο ερώτημα που τίθεται μέσα από όλες τις πολιτικές και οικονομικές όπως και δομικές αλλαγές στην Ευρώπη (EFSM, ESM, IMF μετέχον στη διάσωση της Ελλάδος) είναι κατά πόσον η Ευρώπη θα καταφέρει να κινηθεί προς αυτό που από την αρχή ήταν ο σκοπός αλλά ποτέ επιθυμητός από όλους.

Η εθνική κυριαρχία, για την οποία τόσα έχουν γίνει στην Ιστορία της Ευρώπης, αποτελεί σήμερα μια γραμμή αντίστασης κατά της λεγόμενης γερμανικής Ευρώπης, αλλά ταυτόχρονα και ένα σκοτεινό σημείο σε κάθε επιχείρημα για το ποια Ευρώπη θέλουμε.

Αν η εθνική κυριαρχία αποτελεί το φετίχ των ευρωπαϊκών λαών, τότε η Ευρώπη δεν έχει μέλλον.

Αργά αλλά σταθερά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα καταρρεύσει. Βέβαια υπάρχει και η άλλη άποψη την οποία πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας.

Η ευρωζώνη, το ευρώ και οι νομικές υποχρεώσεις των μελών δεν αναιρούνται καθόλου εύκολα, ούτε καν από τους Γερμανούς.

Οσο και αν η κατάσταση στην Ε.Ε. και ειδικά στην ευρωζώνη είναι από αρνητική έως ακαθόριστη (ελληνική πολιτική και οικονομική σκηνή, έξοδος Αγγλίας, εκλογές με άνοδο των ευροσκεπτικιστών κάθε αποχρώσεως), το παράδειγμα της ελληνικής μεταστροφής μάς δείχνει πως οι δεσμοί που έχουν σφυρηλατηθεί από πρακτικές εφαρμογές και νομοκανονιστικές συμβάσεις δεν μπορούν να διαρραγούν δίχως μεγάλες και άγνωστες συνέπειες για όλους.

Νικόλαος Α. Μπινιάρης

efsyn.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.