Η λίστα των μεταρρυθμίσεων, η νέα σχέση της Ελλάδας με τις Βρυξέλλες και οι λεπτομέρειες της συμφωνίας.
Ένα πρώτο βήμα έγινε χθες στις Βρυξέλλες, μετά την επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και στους εταίρους της. Για το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας έχουν ήδη τοποθετηθεί τα περισσότερα ΜΜΕ διεθνώς, που κάνουν λόγο για «ανάσα», αλλά και για σημαντικές υποχωρήσεις της Ελλάδας.
Το θέμα δεν είναι αν «νίκησε ο Σόιμπλε τον Βαρουφάκη» ή το αντίθετο, αλλά να μπορέσει η ελληνική οικονομία να επανέλθει σταδιακά..στην κανονικότητα, μετά από έντονες πιέσεις που ασκήθηκαν το τελευταίο διάστημα. Όπως επίσης ζητούμενο είναι και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς τώρα αρχίζει η πραγματική διαπραγμάτευση για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τη βιωσιμότητα του χρέους, ζήτημα που παραμένει στο τραπέζι εδώ και τρία χρόνια. Άλλωστε η επιστολή Βαρουφάκη, στην οποία βασίστηκε η χθεσινή συμφωνία, ήταν το πρώτο και «εύκολο» βήμα για την κυβέρνηση, καθώς ήταν γενική και η «αρχή για συζητήσεις επί της ουσίας» όπως ανέφεραν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
Μετά την επιστολή και το κείμενο της συμφωνίας, ακολουθεί ένα τρίτο και…φαρμακερό βήμα. Ο λόγος για τη «λίστα μεταρρυθμίσεων» , όπως ονομάστηκε από το Eurogroup, η οποία πρέπει να υποβληθεί, να ποσοτικοποιηθεί και να αξιολογηθεί από τους «θεσμούς», ώστε να υπάρξει η τελική έγκριση από τους εταίρους μας στο ελληνικό αίτημα.
Όσον αφορά στη χθεσινή συμφωνία, δεν έχει νόημα να βαφτίζουμε το κρέας – ψάρι. Πρόκειται στην ουσία για επέκταση του προγράμματος ή της δανειακής σύμβασης ή του Master Financial Assistance Facility Agreement, όπως αναφέρει το Eurogroup με μια ουσιαστική διαφορά: ότι η Ελλάδα καλείται να υποβάλει τις δικές της προτάσεις που θα αποτελέσουν τη βάση για την αξιολόγηση. Υπό αυτή την έννοια τα 19 προαπαιτούμενα της τρόικα που έπεσαν στο τραπέζι στο ραντεβού της προηγούμενης κυβέρνησης με τους πιστωτές στο Παρίσι μπαίνουν στον «πάγο».
Από την άλλη η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διαμορφώσει γρήγορα και υπό ασφυκτική πίεση το πρόγραμμα στο οποίο θα ελεγχθεί, ενώ εξίσου γρήγορα θα πρέπει να κλείσει και τον έλεγχο για να εκταμιεύσει τις δόσεις που χρειάζεται για να καλύψει τις υποχρεώσεις της. Παράλληλα το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καλείται να εξειδικεύσει και να κοστολογήσει τις προτάσεις του, χωρίς αυτές να αποτελούν μονομερείς ενέργειες, μακριά από αόριστες δηλώσεις και κινήσεις εντυπωσιασμού που προκάλεσαν εκνευρισμό στις Βρυξέλλες.
Συνοψίζοντας, τα θετικά για την ελληνική πλευρά από την χθεσινή απόφαση είναι:
1. Αλλάζουν οι δημοσιονομικοί στόχοι. Πουθενά δεν αναφέρεται στη χθεσινή απόφαση η ανάγκη επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 3% του ΑΕΠ για το 2015 και 4,5% του ΑΕΠ για το 2016. Η Ελλάδα δεσμεύτηκε ότι θα διασφαλίσει «τα κατάλληλα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα ή τα χρηματοδοτικά ποσά που απαιτούνται για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους, όπως αυτή απορρέει από τη συμφωνία του Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012». Με απλά λόγια ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα θα εξαρτηθεί από την πορεία των εσόδων της ελληνικής οικονομίας. Στην πράξη πρόκειται για το πιο ουσιαστικό κέρδος, καθώς δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να «περιορίσει» τα μέτρα δημοσιονομικού τύπου. Με τις υπάρχουσες συνθήκες, ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3% φέτος θα οδηγούσε με το ισχύον μοντέλο σε μέτρα της τάξης των 7 δισ. ευρώ τουλάχιστον.
2. Ο θεσμός της τρόικας είναι παρελθόν. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι κυρίως κέρδος για την Ελλάδα για ψυχολογικούς λόγους. Στην πράξη, όλες οι χώρες της Ευρωζώνης και κυρίως αυτές που εμφανίζουν προβλήματα είναι υπό διαρκή επιτήρηση, με βάση τα όσα ορίζει το νέο σύμφωνο σταθερότητας που ψηφίστηκε το 2012. Όμως σε κάθε περίπτωση η απευθείας διαπραγμάτευση με τους «θεσμούς» (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) και η αποφυγή από στελέχη του Eurogroup και της Κομισιόν να χρησιμοποιήσουν ξανά τον όρο τρόικα, σηματοδοτεί μια νέα περίοδο στη σχέση των δύο μερών.
3. Αποκαθίσταται προς το παρόν η χρηματοπιστωτική ασφάλεια. Τα συνεχή δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου για Grexit και bank run μόνο καλό δεν έκαναν στην ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με πληροφορίες, την Παρασκευή έφυγαν περίπου 1 δισ. ευρώ από τις ελληνικές τράπεζες, με τα σενάρια για capital controls να δίνουν και να παίρνουν. Πλέον, εφόσον υπάρξει οριστική συμφωνία τη Δευτέρα, η ΕΚΤ και ο Μάριο Ντράγκι δεν πρόκειται να αποσύρουν τον ELA από τις τράπεζες, καθώς έστω και για 4 μήνες θα υφίσταται επαρκής εγγύηση για το αξιόχρεο του ελληνικού κρατικού χρέους.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι τράπεζες έχουν χρησιμοποιήσει μέχρι στιγμής περί τα 35 δισ. ευρώ σε ομόλογα και περίπου άλλα 15 δισ. ευρώ σε έντοκα γραμμάτια, τα οποία θα πρέπει να τα αντικαταστήσουν στην ΤτΕ με άλλες εγγυήσεις ή να επιστρέψουν στον ELA. Επιπλέον είναι πλέον ανοιχτό το ενδεχόμενο, εφόσον ακολουθηθούν τα βήματα που προβλέπονται στη συμφωνία, η ΕΚΤ να επαναφέρει την εξαίρεση που ίσχυε μέχρι πρότινος (waver) στην αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο. Η εξέλιξη αυτή εφόσον υλοποιηθεί θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να απεξαρτηθούν από την χορήγηση ρευστότητας μέσω του ΕLA.
Το ζήτημα της 4μηνης παράτασης
Η τετράμηνη παράταση Μαρτίου-Ιουνίου που συμφώνησε η ελληνική κυβέρνηση, σημαίνει ότι η χώρα θα καθίσει και πάλι στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης εάν θέλει να συμμετέχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Μάλιστα αυτό αναμένεται να γίνει νωρίτερα από τον Ιούνιο, στα τέλη Απριλίου, καθώς στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου λήγουν ελληνικά ομόλογα αξίας 7,5 δισ. ευρώ, που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ και πρέπει να αποπληρωθούν, ώστε η Ελλάδα να μπει στο πρόγραμμα, από το οποίο υπολογίζεται ότι θα έχει κέρδος περίπου 15 δισ. ευρώ.
Επίσης βασικός όρος είναι να υπάρξει ένα νέο πρόγραμμα που θα έχει δάνεια και υποχρεώσεις, όπως ξεκαθάρισε χθες ο κ. Ντάισελμπλουμ ότι συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. Οι συνολικές ανάγκες της Ελλάδας για το 2015 ανέρχονται σε περίπου 25 δισ. ευρώ και έτσι κρίνεται επιτακτικό οι «μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης να «κουμπώσουν» με τα νούμερα που ζητούν οι «θεσμοί».
Τέλος να τονίσουμε ότι δεν αποκλείεται η επαναφορά της πρότασης από την Ευρωζώνη για χρήση της Πιστωτικής Γραμμής με Ενισχυμένες Προϋποθέσεις (ECCL) την οποία είχε «προκρίνει» το Eurogroup ως διάδοχο σχήμα του μνημονίου για τον Ιούλιο. Σε αντίθεση με την Προληπτική Γραμμή Χρηματοδότησης υπό όρους (PCCL), η γραμμή ECCL παραχωρείται με επαυξημένους όρους, αλλά και απαιτήσεις για τη λήψη διορθωτικών μέτρων πριν την ένταξη μιας χώρας σε αυτή. Σε κάθε περίπτωση προβλέπεται υπογραφή MoU, δηλαδή ενός Μνημονίου Κατανόησης, όπως ορίζει το νέο ευρωπαϊκό σύμφωνο…
Τάσος Ζάχου
fortunegreece.com