Η αντικαταθλιπτική ιδιότητα της κλασικής μουσικής

Η κλασική μουσική, όπως αυτή των Μπάχ και Μότσαρτ βοηθάει στην ανακούφιση του πόνου που βιώνουν όσοι υποφέρουν από κατάθλιψη.

Το φαινόμενο «Η επίδραση του Μότσαρτ», δηλαδή η αντίληψη ότι η ακρόαση κλασικής μουσικής μπορεί να «μεταμορφώσει» ένα βρέφος ή ένα μικρό παιδί σε μεγαλοφυΐα, έχει πλέον καταρριφθεί. Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός ερευνών δείχνει ότι η μουσική μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε ορισμένες πτυχές της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης του πόνου.

Μια νέα έρευνα υποστηρίζει ότι η ακρόαση συγκεκριμένων κομματιών κλασικής μουσικής, συμπεριλαμβανομένου ενός του Μότσαρτ, βοηθάει στη μείωση των εξουθενωτικών συμπτωμάτων της κλινικής κατάθλιψης.

Η μουσική προσφέρει έναν απλό και εκλεπτυσμένο τρόπο για τη θεραπεία της ανηδονίας, δηλαδή την απώλεια απόλαυσης από τις καθημερινές δραστηριότητες, αναφέρει η ερευνητική ομάδα.

Η ερευνητική ομάδα διεξήγαγε ένα πείραμα στο οποίο συμμετείχαν 79 ασθενείς μιας κλινικής, συγκεκριμένα 14 άνδρες και 65 γυναίκες, ηλικίας 25 έως 60 ετών, οι οποίοι είχαν διαγνωσθεί με ήπια έως μέτρια επίπεδα κατάθλιψης και δε λάμβαναν κάποια φαρμακευτική αγωγή.

Όλοι τους συμμετείχαν σε ένα πρόγραμμα διάρκειας οκτώ εβδομάδων. Η μισή ομάδα συμμετείχε σε εβδομαδιαίες συνεδρίες με ψυχολόγο, διάρκειας 30 λεπτών, ενώ η υπόλοιπη ομάδα άκουγε ένα 50λεπτό πρόγραμμα κλασικής μουσικής, σε καθημερινή βάση.

Η ηχογράφηση περιελάμβανε δύο κομμάτια μπαρόκ μουσικής, (το Ιταλικό κοντσέρτο του Μπαχ και το κοντσέρτο γκρόσο από τον σύγχρονο Αρκάντζελο Κορέλλι), καθώς και τη σονάτα για δύο πιάνα του Μότσαρτ. Κάθε εβδομάδα, οι συμμετέχοντες ανέφεραν τα επίπεδα συμπτωμάτων τους που σχετίζονταν με την κατάθλιψη, χρησιμοποιώντας μια τυποποιημένη κλίμακα μέτρησης της κατάθλιψης.

Οι μετρήσεις μας βρήκαν θετικές αλλαγές στην τέταρτη συνεδρία της ομάδας μουσικοθεραπείας και βελτίωση των συμπτωμάτων των συμμετεχόντων, αναφέρουν οι ερευνητές. Μεταξύ της έβδομης και του της όγδοης εβδομαδιαίας συνεδρίας παρατηρήσαμε βελτίωση σε 29 συμμετέχοντες, με έλλειψη βελτίωσης σε τέσσερις απ’ αυτούς, ενώ οκτώ εξ αυτών εγκατέλειψαν την ομάδα.

Μεταξύ εκείνων που είχαν υποβληθεί σε ψυχοθεραπεία, 12 άτομα παρουσίασαν βελτίωση την όγδοη εβδομάδα, 16 συμμετέχοντες δεν παρουσίασαν κάποια βελτίωση, ενώ δέκα εξ αυτών αποχώρησαν από τη μελέτη.

Τα ευρήματά μας δείχνουν τη σημαντική θετική επίδραση της μουσικής σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο, καταλήγουν οι ερευνητές. Προτείνουν ότι τόσο η μπαρόκ μουσική όσο και τα μουσικά κομμάτια του Μότσαρτ μπορούν να έχουν καθοριστικές ευεργετικές επιδράσεις σε ασθενείς με κατάθλιψη.

Οι ερευνητές επισημαίνουν διάφορους πιθανούς λόγους για τη βελτίωση της ψυχικής κατάστασης των συμμετεχόντων, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι η μουσική μπορεί να ενεργοποιήσει αρκετές διαδικασίες, οι οποίες διευκολύνουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και / ή την πλαστικότητά του. Σημειώνουν ότι η κατάθλιψη συσχετίζεται συχνά με χαμηλά επίπεδα ντοπαμίνης στον εγκέφαλο και / ή με μικρό αριθμό υποδοχέων ντοπαμίνης. Σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, η ακρόαση μουσικής μπορεί όντως να αυξήσει τα επίπεδα ντοπαμίνης.

Δεδομένου του έντονου ενθουσιασμού αναφορικά με το φαινόμενο «Η επίδραση του Μότσαρτ», είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι τα αποτελέσματα της έρευνας δεν σημαίνουν (α) ότι η ψυχοθεραπεία δεν είναι ζωτικής σημασίας ή (β) ότι όσοι υποφέρουν από κατάθλιψη να σταματήσουν τη φαρμακευτική αγωγή με Πρόζακ και αντ’ αυτού να ακούσουν Προκόφιεφ.

Αλλά, όπως προτείνουν οι ερευνητές ψυχολόγοι, οι άνθρωποι που εμφανίζουν ήπια έως μεσαία επίπεδα κατάθλιψης μπορούν να αξιοποιήσουν τη μουσική για να ενδυναμώσουν τα αποτελέσματα της ψυχολογικής υποστήριξης που λαμβάνουν.

Οι ερευνητές δεν ισχυρίζονται ότι μόνο τα μουσικά κομμάτια του Μότσαρτ έχουν αυτή τη μοναδική ευεργετική επίδραση. Σημειώνουν ότι διαφορετικά είδη μουσικής μπορεί να έχουν διαφορετικές επιδράσεις σε διαφορετικούς ανθρώπους. Ωστόσο, η μουσική που επιλέχθηκε για την έρευνα, η οποία ήταν πολυσύνθετη, αισιόδοξη και διεγερτική, έδειξε σαφώς θετικά αποτελέσματα. Και οι ασθενείς φάνηκε μετά από λίγη ώρα να την απολαμβάνουν.

Στην αρχή της μελέτης, πολλοί από τους ασθενείς δεν έδειξαν θετική προδιάθεση να ακούσουν τη συγκεκριμένη μουσική, αναφέρουν. Ωστόσο αργότερα, όχι μόνο επέδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι’ αυτή, αλλά ζήτησαν να ακούσουν και περισσότερα μουσικά κομμάτια αυτού του είδους.

 

PsychologyNow.gr
Φωτογραφία:  Image credit: Valentino Funghi / unsplash.com