Το κύκνειο άσμα γράφτηκε για το 60 μαθητικό φεστιβάλ Αιτωλοακαρνανίας με την παράσταση “Το θαύμα της Άννυ Σάλλιβαν”.
Ένα έργο ιδιαίτερα δύσκολο, όπως χαρακτηρίστηκε, το οποίο όμως παρουσιάστηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μέσα από τις ερμηνείες του Γυμνασίου Φυτειών. Το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. γέμισε ήδη από νωρίς, τα φώτα χαμήλωσαν και η σκηνή φώτισε για να παρουσιαστεί μπρος στα μάτια των θεατών “το θαύμα της Άννυ Σάλλιβαν”. Οι σκηνές διαδεχόταν γρήγορα η μία την άλλη και τα παιδιά απέσπασαν το πιο δυνατό χειροκρότημα ως επιβράβευση για την τιτάνια προσπάθειά τους.
«Το θαύμα της Άννυ Σάλιβαν» του Ουΐλλιαμ Γκίμπσονείναι ένα από τα πιο γνωστά θεατρικά έργα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο θεματικός του άξονας εμπνέεται από μια αληθινή όσο και συγκλονιστική ιστορία που συνέβη στον αμερικάνικο νότο στα τέλη του 19ου αιώνα. Ηρωίδες του έργου είναι δυο γυναίκες που αποτελούν πρότυπα για την παγκόσμια κοινότητα των ατόμων με αναπηρία, αλλά και πρότυπα θέλησης και πίστης στην προσπάθεια για όλους τους ανθρώπους η Έλεν Κέλλερ και η δασκάλα της, Άννυ Σάλιβαν.
Σε βρεφική ακόμα ηλικία, η Έλεν Κέλλερ έχασε όραση, ακοή και φωνή και μέχρι τα έξι χρόνια ήταν ένα αγρίμι που ζούσε μέσα στη σιωπή και στο σκοτάδι. Οι γονείς της στην απόγνωσή τους κάλεσαν την Άννυ Σάλιβαν, μια εικοσάχρονη δασκάλα, που ήταν άτομο με αναπηρίες κι αυτή αφού είχε μειωμένη όραση, για να βοηθήσει το παιδί. Η Σάλιβαν με την επιμονή της και κυρίως με την αγάπη της κατόρθωσε να μετατρέψει τη μικρή Έλεν Κέλερ σ’ ένα χαρισματικό πλάσμα με σπάνιες πνευματικές αρετές. Η μικρή Έλεν ξεπέρασε όλα της τα προβλήματα και με την υπομονετική καθοδήγηση της δασκάλας της κατάφερε να μιλήσει με τη νοηματική γλώσσα, και επίσης να γράφει και να διαβάζει με τη μέθοδο Μπράιγ. Σπούδασε σε γνωστά κολέγια, όπου αρίστευσε και στη συνέχεια αφιέρωσε όλη της τη ζωή στην εκπαίδευση των τυφλών και κωφών, διδάσκοντας καινούργια παιδαγωγικά συστήματα και διαφωτίζοντας γονείς και δασκάλους μέσα από την οδυνηρή της εμπειρία.
Ο θεατρικός συγγραφέας Ουίλλιαμ Γκίμπσον,αποφεύγοντας με μαεστρία τις περιττές συγκινησιακές καταστάσεις και τους μελοδραματισμούς, επικεντρώνει το θέμα του στις αγωνιώδεις προσπάθειες της δασκάλας να μάθει στο μικρό κορίτσι τις λέξεις, συλλαβίζοντας γράμματα πάνω στην παλάμη της. Πιστεύει ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να καταφέρει η Έλεν να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους που είναι κοντά της και να αντιληφθεί ό,τι την περιβάλλει. Ένα επίπεδο πιο πίσω βρίσκεται η οικογένειά του μικρού κοριτσιού που δεν μπορεί να κατανοήσει το τι ακριβώς χρειάζεται το παιδί τους και αδυνατεί να το βοηθήσει. Ο Γκίμπσον αποδεικνύει ότι αυτό που έχει περισσότερο ανάγκη η Έλεν αλλά και όλα τα παιδιά σαν κι αυτή είναι η εκπαίδευση και διαπιστώνει ότι η αγάπη των γονιών της δεν είναι από μόνη της αρκετή. Μια αγάπη υπέρμετρη που προσπαθεί να λειτουργήσει σαν αντίβαρο στην κοινωνική απόρριψη.
Το «Θαύμα της Άννυ Σάλιβαν» είναι το θαύμα της ανθρώπινης προσπάθειας, της προσήλωσης και της επιμονής στο αποτέλεσμα. Σε μια τέτοια εκδοχή λοιπόν δεν χωρούν οι μελοδραματισμοί. Η προσπάθεια απαιτεί ιδρώτα και όχι δάκρυα. Η προσπάθεια είναι μια μάχη, με τον εαυτό σου και με τους άλλους.
Κι όπως λέει η Άννυ κάποια στιγμή: «Στην αγάπη και στον πόλεμο, όλα επιτρέπονται…»