Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού.
Μικρή σε μέγεθος η σημερινή Ευαγγελική περικοπή, πλούσια όμως σε νοήματα και διδάγματα.
Πρωταγωνιστής, ένας τυφλός ζητιάνος. Επιθυμία του, να ξαναβρεί το φως του. Χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του, η επιμονή του. Αποτέλεσμα της πίστης του, η ίασή του. Και σήμερα, όλοι εμείς, γινόμαστε μάρτυρες αυτού του θαύματος, κυρίως όμως καλούμεθα να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στη συμπεριφορά του τυφλού της Ιεριχούς, προκειμένου να μιμηθούμε την στάση του, με την ελπίδα να αξιωθούμε και εμείς το έλεος και την θαυματουργία Εκείνου που τον ελέησε.
Τυφλότητα και φτώχεια. Αυτά είναι τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της κατάστασης του τυφλού, ο οποίος ζητιανεύει στον ίδιο δρόμο που χρησιμοποιεί ο Χριστός, βαδίζοντας προς την Ιεριχώ και ακολουθούμενος από πλήθος ανθρώπων.
Ακούγοντας ο τυφλός την οχλοβοή που πλησιάζει, ζητά να μάθει περί τίνος πρόκειται. Όταν τον πληροφορούν για την παρουσία του μεγάλου Δασκάλου, μία κραυγή βγαίνει από τα χείλη του. Μία κραυγή, η οποία προσπαθεί να ακουστεί ισχυρότερα από τον θόρυβο του πλήθους και να φτάσει στα αυτιά Εκείνου από τον οποίον προσδοκά την σωτηρία. Δυστυχώς, όλα φαίνονται να είναι εναντίον του: Η ανημποριά του, η ασημαντότητά του μέσα στο πλήθος, ακόμη και οι συμπατριώτες του που τον καλούν να σταματήσει. Κι όμως, διαθέτει και ένα πλεονέκτημα. Ποιό είναι αυτό; Η επίγνωση του απόλυτου σκοταδιού του. Η άρνησή του να απελπιστεί. Η αποφασιστικότητά του να ξαναβγεί στο φως. Ο σημερινός τυφλός δεν αντέχει άλλο να ζει στο σκοτάδι. Ο Βαρτιμαίος, ο γιος του Τιμαίου, όπως αναφέρεται στην αντίστοιχη περικοπή του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, διψά για φως. Η απέχθεια του σκότους από την μία και ο πόθος του για φως απ’ την άλλη, ανοίγουν τον δρόμο προς το θαύμα.
Το πλεονέκτημα αυτό είναι εκείνο που αποκαλύπτει ένα δικό μας αντίστοιχο μειονέκτημα το οποίο αφορά τους περισσότερους ανθρώπους του καιρού μας. Ζούμε στην εποχή της εικόνας και καθημερινά τα μάτια μας βομβαρδίζονται από οπτικοποιημένες γνώσεις, ειδήσεις και πληροφορίες. Έχουμε την ψευδαίσθηση μιας παντοδυναμίας και μιας πανσοφίας, σύμφωνα με την οποία νομίζουμε πως ζούμε στο φως, μόνο και μόνο επειδή είμαστε ενημερωμένοι. Και όμως, πλανώμεθα. Οι εικόνες μιας παραμορφωμένης πραγματικότητας εισβάλλουν μέσω μιας μικρής ή μιας μεγάλης οθόνης στο νου μας, επηρεάζοντας την ψυχική μας κατάσταση και σκοτίζοντας τον νου μας με διαρκείς διασπάσεις. Νομίζουμε ότι γνωρίζουμε πολλά, παραμένουμε όμως τυφλοί και ανίκανοι να ατενίσουμε τα αόρατα. Γνωρίζουμε έναν ωκεανό μάταιων πραγμάτων, προερχομένων από έναν φθαρτό και προσωρινό κόσμο, αδυνατούμε όμως να προσεγγίσουμε τα αιώνια. Προσδοκούμε να θεραπεύσουμε την ψυχική μας φτώχεια μέσω του πλούτου ασήμαντων και ανούσιων πληροφοριών, παραμένουμε όμως φτωχοί και διψασμένοι από τα ουσιώδη και τα λυτρωτικά.
Ένα αρρωστημένο φως μάταιης γνώσης φωτίζει την καθημερινότητά μας. Το χειρότερο όμως είναι πως συμφιλιωνόμαστε με αυτό το φως του ορατού κόσμου και παύουμε να ποθούμε την λαμπρότητα των αοράτου. Στερούμαστε την επίγνωση της τυφλότητάς μας και δεν επιτρέπουμε στον πόθο της καρδιάς μας, τον ίδιο πόθο του τυφλού του σημερινού Ευαγγελίου, να μετατραπεί σε κραυγή προς τον Υιό του Δαυίδ. Ενώ τα ψεύτικα φώτα εισβάλλουν με θρασύτητα στη ζωή μας, Εκείνος όμως, ο Κύριος του ελέους, προκειμένου να μας πλησιάσει, αναμένει με ευγένεια και διακριτικότητα τη δική μας ελεύθερη και ολόθερμη βούληση.
Εάν όντως απεξαρτηθούμε από την γοητεία των απατηλών φώτων του κόσμου τούτου, εάν οδηγηθούμε στην επίγνωση του σκότους μέσα στο οποίον ζει η ψυχή μας, εάν ποθήσουμε την συνάντηση με τον Κύριο του αληθινού φωτός, τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με έναν δεύτερο κίνδυνο. Πρόκειται για την αποθάρρυνση που θα δεχτούμε από τους ανθρώπους, επειδή δήθεν ο Θεός δεν θα καταδεχτεί ποτέ να ανταποκριθεί στο αίτημα ενός ασήμαντου. Όντως, αδελφοί μου, η ύπαρξή μας δεν συγκρίνεται με το μεγαλείο του Θεού. Ο νους μας συχνά αμφιβάλλει εάν ο Κύριος του σύμπαντος έχει διάθεση να ασχοληθεί με ένα ελάχιστο πλάσμα Του, όπως εμείς. Αυτό τον απατηλό λογισμό κρύβει και η στάση όσων σήμερα επιτιμούν τον τυφλό ζητιάνο στον δρόμο για την Ιεριχώ. Επιμένουν να τον πείσουν πως ο Διδάσκαλος είναι πολύ μεγάλος και πολύ σημαντικός για να ασχοληθεί με την ασήμαντοτητά του. Τον καλούν ουσιαστικά να αποδεχτεί έναν Χριστό μόνο μεγαλείου και όχι ελέους.
Παγίδα θανατηφόρα αποτελεί, αδελφοί μου, ο λογισμός αυτός. Τόσο θανατηφόρα, όσο και οι φωνές που προσπαθούν να μας πείσουν πως ο Θεός αποτελεί ψέμα και απάτη. Διότι, είτε με τον έναν είτε με τον άλλον τρόπο, το σχέδιο του διαβόλου είναι το ίδιο: να απαρνηθούμε την ελπίδα και να αποδεχτούμε την μοίρα μας, μια μοίρα ζωής μέσα στο αναπόφευκτο και παντοδύναμο σκοτάδι.
Ιδού, όμως, σήμερα, ενώπιόν μας ο ασήμαντος, ο οποίος επιμένει. Ιδού, ο επαίτης, ο οποίος παραμερίζει την αποθάρρυνση των ανθρώπων και ελπίζει στην παρουσία του Θεού. Ιδού, ο τυφλός, ο οποίος αρνείται να συμφιλιωθεί με το ψεύδος ενός ακατάδεχτου και μακρινού Θεού και αναζητά τον Χριστό που βρίσκεται πάντα στο πλευρό του κάθε ανθρώπου σαν φίλος, αδελφός και πατέρας. Πριν την αποκατάσταση της όρασής του, ο Βαρτιμαίος έχει ατενίσει με τα μάτια της ψυχής του την θεϊκή ευσπλαχνία. Και σήμερα, όλοι εμείς, στεκόμαστε μάρτυρες ενός θαύματος προερχόμενου από την επίμονη πίστη ενός ασήμαντου ζητιάνου στην αγάπη του Θεού, ο Οποίος μας θεωρεί όλους σημαντικούς και μοναδικούς, προορισμένους να βρούμε την ιδιαίτερη θέση μας στην απέραντη αγκαλιά Του. Αυτήν την επίμονη πίστη αναγνωρίζει και ο ίδιος ο Χριστός: «Ναι», του λέει, «εγώ σε γιάτρεψα, αλλά η πίστη σου σε έσωσε».
Και σε αυτή την περικοπή, ο Χριστός, χωρίς πολλά λόγια, αλλά με το σύνολό της συμπεριφοράς του, μας αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο ζητά να σχετιστούμε μαζί Του. Ο Κύριος είναι πάντα εκεί, πάντα διαθέσιμος, πάντα πρόθυμος. Πλησιάζει όμως και ενεργεί όταν ακούσει την κραυγή της βαθιάς μας επιθυμίας να βγούμε από το σκοτάδι και να ζητήσουμε από Αυτόν το μέγα Του έλεος. Είναι αλήθεια πως ζούμε σε μία εποχή όπου χρειάζεται ιδιαίτερα έντονη προσπάθεια για να παραμερίσουμε τις ψευτοχαρές και τις ψευτοπαρηγοριές του κόσμου τούτου. Οι δυνάμεις μας όμως θα αποδειχθούν ισχυρότερες από τους πειρασμούς του καιρού μας εάν διαρκώς διατηρούμε μπροστά στα μάτια της ψυχής μας την μορφή του Χριστού ο οποίος, ένα «ήμαρτον» και ένα «ελέησον» περιμένει, ώστε να πλημμυρίσει την ζωή μας με το φως της αιωνιότητας.