Μήνυμα Κυριακής Μητροπολίτου Αιτωλίας: Η αγάπη του Θεού  δεν δεσμεύεται από την τυπολατρία του Νόμου

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού.

Η ασθένεια, για μας τους ανθρώπους, αποτελεί μία κατάσταση δυσάρεστη. Η ευχή για «υγεία πάνω απ’ όλα» ακούγεται πάντα πρώτη. Είτε το ομολογούμε είτε όχι, ο ασθενής συνάνθρωπός μας προκαλεί την συμπόνια μας. Είμαστε βέβαιοι πως η ζωή του έχει εισέλθει πλέον σε μία δύσκολη φάση, όπου την χαρά έχουν εκτοπίσει η δυσκολία και η σωματική οδύνη. Αν μάλιστα πρόκειται για ασθένεια επιστημονικώς ανίατη, τότε αποδεχόμαστε το γεγονός πως ο συνάνθρωπός μας δεν έχει παρά να περιμένει τον θάνατο.

Για τους λόγους αυτούς, σπεύδουμε όντως να συμπαρασταθούμε, προσφέροντας ολόψυχα τον χρόνο και τις δυνάμεις μας. Δεν είναι όμως σπάνιες οι περιπτώσεις, ένας ασθενής να στηρίζει και να εμψυχώνει αυτούς που έρχονται να του συμπαρασταθούν. Πράγματι, πολλοί από μας έχουμε διαπιστώσει πως ένας συνάνθρωπός μας, καθηλωμένος στο κρεβάτι του πόνου, αναδεικνύεται συχνά για τους υγιείς ζωντανό παράδειγμα αισιοδοξίας, ψυχικής δύναμης και αξιοθαύμαστης υπομονής.

Μια τέτοια προσωπικότητα θέτει σήμερα ενώπιόν μας και η Ευαγγελική περικοπή. Πρόκειται για μία γυναίκα, της οποίας το σώμα είχε φτάσει σε τέτοια κατάσταση κύρτωσης, ώστε να είναι δεσμευμένη να κοιτάζει μόνον προς το έδαφος. Η περιγραφή της μας συγκλονίζει, καθώς συνειδητοποιούμε πως επί δέκα οκτώ ολόκληρα χρόνια η ασθένεια έχει στερήσει από εκείνη την δυνατότητα να αντικρίζει τον ουρανό και να συνομιλεί με τους ανθρώπους, κοιτάζοντάς τους στα μάτια.

Εάν εμείς, ακούγοντας και μόνον την περιγραφή, κατακλυζόμαστε από έντονο συγκλονισμό και βαθύ οίκτο, αναλογιστείτε τα δικά της συναισθήματα που μοιραία θα έπρεπε να την διακατέχουν. Τί πιο λογικό θα ήταν από το να βρίσκεται σε μία διαρκή παραίτηση, σε μία βαθιά κατάθλιψη και, πιθανόν, σε μία έντονη απόρριψη κάθε νοήματος ζωής;

Κι όμως, είναι Σάββατο, ημέρα ιερή για τον λαό και η συγκύπτουσα, αν και βρίσκεται σε αυτή την αδιανόητη κατάσταση σωματικής οδύνης, βαδίζοντας αργά, έχει φτάσει στον Ναό. Έχει αρνηθεί να παραιτηθεί από την ζωή, έχει αρνηθεί να παραιτηθεί από την προσευχή, συγχρόνως όμως έχει αρνηθεί να παραιτηθεί και από την ελπίδα. Ίσως, οι άνθρωποι στον δρόμο να την απέφευγαν διακριτικά, μη αντέχοντας το θέαμα. Ίσως, κάποιοι άλλοι, να απορούσαν για τα αποθέματα της αντοχής και της υπομονής της. Και, τέλος, κάποιοι άλλοι να θεωρούσαν πως τιμωρείται για κάποιες αμαρτίες της, άποψη ευρέως διαδεδομένη στην ισραηλιτική κοινωνία εκείνης της εποχής.

Εκείνη όμως δεν ασχολείται με αυτά. Με το κορμί κυρτωμένο μέχρι το έδαφος από την ασθένεια, αλλά την ψυχή όρθια από την ελπίδα, μας μεταδίδει την βεβαιότητά της πως ο Θεός δεν έχει πει ακόμη την τελευταία λέξη στη ζωή της και πως η ελπίδα της δεν θα μείνει αναπάντητη. Και όντως, αυτό συμβαίνει: Σε χρόνο και με τρόπο που ο Θεός επιλέγει, σύμφωνα με την δική Του θέληση και την δική Του κρίση, το μαρτύριο φτάνει στο τέλος του και το θαύμα πραγματοποιείται.

Σήμερα, όμως, μαθαίνουμε και για ένα θαύμα που δεν έγινε. Και δεν έγινε, όχι εξαιτίας της αδυναμίας του Χριστού μας – μη γένοιτο – αλλά εξαιτίας της σκληροκαρδίας του δεύτερου πρωταγωνιστή της σημερινής περικοπής. Πρόκειται για τον Αρχισυνάγωγο, ο οποίος αρνείται να παραδώσει τον νου και την καρδιά του στην δοξολογία και την αγαλλίαση εξαιτίας των θαυμασίων του Θεού που εμφανίζονται ενώπιόν του. Να είναι άραγε ο φθόνος, καθώς βλέπει κάποιον άλλον να συγκεντρώνει τον θαυμασμό των Ιουδαίων και να τον εκτοπίζει από την πρωτοκαθεδρία στην οποία είχε συνηθίσει; Ἠ μήπως να φταίει η αδυναμία του να συνειδητοποιήσει πως η αγάπη του Θεού δεν δεσμεύεται από την τυπολατρία του Νόμου; Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας καταλογίζουν σε αυτόν εγωισμό, μοχθηρία, υποκρισία και σκληροκαρδία. Όλα αυτά τον καθιστούν ανίκανο να διαπιστώσει πως ο Θεός έχει ως πρώτο Του μέλημα την λύτρωση του κάθε ανθρώπου και πως είναι σε θέση να επιλέξει κάθε στιγμή και κάθε ώρα, ακόμη και το Σάββατο της απόλυτης αργίας, προκειμένου να φανερώσει τα σχέδια Του και να ενεργοποιήσει την αγάπη Του.

Ο Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς εκφράζει μία υπέροχη σκέψη, η οποία μας προσφέρει την δυνατότητα να κατανοήσουμε την ψυχική και πνευματική ξηρασία του επικεφαλής της εβραϊκής συναγωγής. Αναφέρει λοιπόν πως η συγκύπτουσα αποτελεί απεικόνιση όλων εκείνων των αγκυλωμένων ψυχών που περιορίζουν τον ορίζοντά τους μόνον στα δεδομένα του κόσμου τούτου και αρνούνται να εγερθούν και να ατενίσουν τα μυστήρια του Θεού. Όντως, η ψυχή του Αρχισυναγώγου είναι και αυτή συγκύπτουσα, κυρτωμένη, προσανατολισμένη στο χώμα. Με την κοσμική του λογική έχει καταστήσει τους τύπους και τις νομικές διατάξεις της εβραϊκής θρησκείας υπέρτατες αξίες. Έχει εκθρονίσει από την καρδιά του τον Θεό της αγάπης και της ελευθερίας και στην θέση του έχει τοποθετήσει το Σάββατο και τις άλλες διατάξεις του Νόμου. Σήμερα, του προσφέρεται η ευκαιρία μιας αναθεώρησης. Εκείνος όμως προτιμά να γίνει θεομάχος παρά να απαρνηθεί την τυπολατρία του. Προτιμά να οργιστεί με το θαύμα, παρά να αποδεχτεί το γεγονός πως ο Θεός είναι ο Κύριος των νόμων, των κανόνων και των τύπων. Προτιμά να αγανακτήσει με την χαρά της ευεργετημένης συμπατριώτισσας και αδελφής του κατά το γένος, παρά να πάρει την απόφαση να παραδοθεί στον Κύριο του ελέους και να απολαύσει και ο ίδιος το θαύμα της ανόρθωσης και της δικής του ψυχής.

Ο Αρχισυνάγωγος έμεινε μόνος να υπερασπίζεται έναν Θεό που δεν κατάφερε να αναγνωρίσει, όταν Τον συνάντησε. Μέχρι σήμερα, υπάρχουν πολλοί που γνωρίζουν θεωρητικά την διδασκαλία της Εκκλησίας μας μέχρι κεραίας. Δεν αρκεί όμως αυτό! Τελικό ζητούμενο δεν είναι η γνώση των τύπων, αλλά η χαρά της προσωπικής σχέσης με τον Χριστό μας. Έχουμε ανάγκη να νιώσουμε αυτήν την αληθινή χαρά, όπως την βίωσαν και όσοι βρέθηκαν παρόντες κατά την ώρα του σημερινού θαύματος στην Συναγωγή. Μια τέτοια χαρά μπορεί να μας την προσφέρει μόνον η απόλυτη παράδοση στην πρόνοια και την αγάπη του Θεού, αλλά και η εμβάθυνση στην πνευματική και λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις, ώστε οι πειρασμοί των καιρών μας να οδηγήσουν σε καλλιέργεια της υπομονής, ενίσχυση της ελπίδας και αναθέρμανση της εγρήγορσης για την υποδοχή του Θεού στη ζωή μας.

Ας μην αποκάμουμε! Όταν πιστέψουμε ότι βρισκόμαστε διαρκώς κάτω από το βλέμμα του Θεού, τότε οι δοκιμασίες δεν θα οδηγούν στην απόγνωση, αλλά θα μεταβάλλονται διαρκώς σε δρόμους προς την αγκαλιά της αγάπης Του.