Είναι αλήθεια πως η επικείμενη μεταρρύθμιση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσηςυποβαθμίζει τη διδασκαλία των κοινωνικών επιστημών;
Πρώτη αντίδραση, αμηχανία. Είναι δυνατόν;
Δεύτερη αντίδραση, επιφύλαξη. Είναι αλήθεια πως είναι ιδιαίτερα δύσκολο να μεταρρυθμίσει κανείς το σχολικό σύστημα στην προοπτική μιας εκπαίδευσης -ταυτόχρονα- περισσότερο ορθολογικής και περισσότερο δίκαιης, χωρίς να προσκρούσει στα προβλήματα που συχνά διχάζουν τους χρήστες του σχολείου.
Τρίτη αντίδραση, απόφαση παρέμβασης. Πρέπει να προκληθεί μια σχετική συζήτηση, να επανατεθούν στο τραπέζι των μεταρρυθμιστικών ιδεών μερικά θεμελιώδη και αυτονόητα δεδομένα.
Σε αυτή την προοπτική, θέτω σε συζήτηση μια πρωτοβάθμια και αυτονόητη ιδέα, με στόχο να συμβάλω στην πλήρωση των όρων δυνατότητας του αναγκαίου σχετικού δημόσιου διαλόγου.
Ενα σχολείο του οποίου το πλαίσιο του τρόπου λειτουργίας του και του τρόπου ισορροπίας του συστήματος των λειτουργιών του διαμορφώνεται από μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να αποφύγει τις ηθικές ευθύνες που αναπόφευκτα του αναλογούν και, ειδικότερα, να αποδεχτεί πως ένας από τους σπουδαιότερους στόχους του είναι η εγχάραξη των κριτικών διαθέσεων.
Σε αυτή την προοπτική θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια προκειμένου να διασφαλιστεί στους εφήβους η αποτελεσματική μετάδοση της κριτικής σκέψης που προσφέρει η γνώση των κοινωνικών επιστημών και η οποία θα τους προμηθεύσει τα κατάλληλα αντισώματα ενάντια στις παλιές ή τις νέες μορφές ανορθολογισμού ή φανατισμού της σκέψης, θα τους εισαγάγει σε μια επιστημονική θεώρηση της κοινωνίας και θα τους θωρακίσει απέναντι στις συμβολικές καταχρήσεις εξουσίας, των οποίων γίνονται συστηματικά στόχος.
Συμφωνούμε; Ναι, χωρίς καμία αμφιβολία, αν γνωρίζουμε πως το να διδάξει κανείς σήμερα ότι τίποτα μέσα στον κοινωνικό κόσμο δεν είναι χωρίς κοινωνικό λόγο ύπαρξης, το να διδάξει τους τρόπους ανακάλυψης των κοινωνικών καθορισμών, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να εξαναγκάζει σε άτακτη φυγή όλες αυτές τις μορφές πίστης, οι οποίες συνδέονται με την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και οι οποίες εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι το παν εξαρτάται από τον θεό ή την τύχη, από το συμφέρον ή το άτομο, από την τεχνική ή το οικονομικό ή και πιο πρόσφατα πάλι από τo βιολογικό.
Ναι, αν γνωρίζουμε πως η κοινωνική επιστήμη και ειδικότερα η κοινωνιολογία, αντικειμενοποιώντας το κοινωνικό αυθαίρετο ή ακριβέστερα καταδεικνύοντας πως κάθε κοινωνικό φαινόμενο είναι ταυτόχρονα μια κατασκευασμένη, από τις προγενέστερες λησμονημένες κοινωνικές σχέσεις, αυθαιρεσία και ταυτόχρονα σε ένα διακύβευμα συγκρουσιακών ή συμβιβαστικών αλληλοδράσεων, μέσα στις στρατηγικές των κοινωνικών ομάδων, ασκεί αφ’ εαυτού μια απελευθερωτική επίδραση.
Εξάλλου, η ίδια η σημερινή συγκυρία, στην οποία καλείται η σημερινή κυβέρνηση να διαχειριστεί το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπισε η χώρα μεταπολεμικά, δεν παρέχει έστω και έμμεσα την παραδειγματική απάντηση στο ερώτημα που μας απασχολεί εδώ; Ποια γνώση θα μπορούσε να οπλίσει τους πολίτες με τα κατάλληλα εργαλεία κατανόησης της σημερινής κατάστασης της χώρας μας, π.χ. κατανόησης μιας σειράς από μηχανισμούς και κοινούς τόπους της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, οι οποίοι έχουν αποτέλεσμα να εμφανίζουν έναν συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ κρατών ως φυσική αναγκαιότητα ή, μάλλον, να αποκρύπτουν πως οι «οικονομικές» πραγματικότητες είναι κατ’ ουσίαν κοινωνικά διακυβεύματα;
Ποια γνώση θα μπορούσε να προσφέρει τα νοητικά εργαλεία που θα τους επιτρέψουν να εξηγήσουν ότι η κυριαρχία των σχημάτων της νεοφιλελεύθερης σκέψης, εξαγνισμένη στην κολυμβήθρα του «πολιτισμικού οικουμενισμού» και του «οικονομιστικού καπιταλισμού», κατέληξε να αναδιαμορφώσει τις κοινωνικές σχέσεις και τις πολιτισμικές πρακτικές των περισσότερων κοινωνιών στη βάση του υποδείγματος της απόσυρσης του κράτους, της εμπορευματοποίησης των δημόσιων αγαθών και της γενίκευσης της κοινωνικής ανασφάλειας; Ασφαλώς θα συμφωνήσουμε πως είναι η γνώση που απορρέει από τις κοινωνικές επιστήμες. Τότε θα πρέπει, επίσης, να συμφωνήσουμε πως η υπεράσπιση της διδασκαλίας και γενικότερα της διάχυσης της κοινωνικής επιστήμης στους αυριανούς πολίτες μεταφράζεται σε υπεράσπιση μέρους της καθολίκευσης των όρων πρόσβασης στο καθολικό. Αυτό δεν είναι μέρος του οράματος μιας αριστερής κυβέρνησης;
Φαντάζεται κανείς πως οι ειδικοί επί του θέματος εκπρόσωποι της κυβέρνησης θα συμφωνήσουν. Διαφορετικά, το λιγότερο που θα συμβεί είναι να βγει το προηγούμενο σύστημα από «τ’ αριστερά» Γιατί το χειρότερο θα συμβεί στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο και δεν θα είναι άλλο από τη διαιώνιση της αναπαραγωγής των όρων δυνατότητας της ηγεμονίας της «μονοδιάστατης σκέψης» που κυριαρχεί σήμερα παντού και, στο σχολικό επίπεδο, τη διαιώνιση της αμφισβήτησης του σιωπηρού συμβολαίου εκπροσώπησης που οφείλει να ενώνει μια κοινωνία με το σχολείο της, αφήνοντας πάλι, στα ίδια θεμέλια του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ένα είδος κενού, που γεννά μεγάλη συλλογική και ατομική σύγχυση.
Νίκος Παναγιωτόπουλος
efsyn.gr